Η φιλοξενία ως αρετή

ΛΑΝΘΑΝΟΥΣΑ ΓΛΩΣΣΑ - Η φιλοξενία ως αρετή
Της Μαρίνας Σχίζα
 
ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ Ελλάδα και βεβαίως στην Κύπρο, η φιλοξενία εθεωρείτο πράξη αρετής. Τους ξένους προστάτευαν ο Ξένιος Δίας και η Αθηνά η Ξενία, όπως και οι Διόσκουροι Κάστωρ και Πολυδεύκης. Υπήρχε θεία απαίτηση για την περιποίηση των ξένων και εθεωρείτο αμάρτημα η κακή αντιμετώπισή τους. Η φιλοξενία ακολουθούσε μία ιεροτελεστία και παρέχονταν σε κάθε ξένο, ο οποίος ανεξάρτητα από την τάξη που ανήκε, μπορούσε να μείνει σε ειδικό δωμάτιο στον «ξενώνα». Η φιλοξενία είχε σημαντική κοινωνική δύναμη, διότι μπορούσε να συνδέσει άτομα οποιασδήποτε τάξης, ακόμη και απλούς πολίτες με βασιλιάδες. Στα χρόνια του Ομήρου, σε όποιο σπίτι και αν πήγαινε ένας ξένος, θα έβρισκε φιλοξενία. Η δημόσια φιλοξενία συνήθως δημιουργούσεισχυρούς δεσμούς ανάμεσα στις πόλεις, με αποτέλεσμα να συνάπτονται συνθήκες αμοιβαίας φιλοξενίας.
Ο θεσμός της φιλοξενίας έγινε μέρος της παράδοσης, τόσο δυνατά δεμένος στον κορμό της, λες και αποτελεί στοιχείο του γονιδίου των Ελλήνων.
 
  • Photo 1 of 2

  • Photo 2 of 2


Αργότερα, με την εξάπλωση του χριστιανισμού, η φιλοξενία ως μέρος της αποδοχής του άλλου, αποτέλεσε και αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες του. Μέσα από τη διδασκαλία του Χριστού, ο ρατσισμός είναι μπροστά στο Θεό μία από τις βαρύτερες αμαρτίες, η οποία μπορεί να φέρει στην κοινωνία τη διασάλευση της ειρήνης. Ο χριστιανισμός διδάσκει ότι πρέπει να ζούμε σε μια κοινωνία ανοιχτή και πλουραλιστική, βασισμένη όχι στην κοινή μας ράτσα, αλλά στην κοινή μας αξία ως άνθρωποι.
Αυτός ο δυνατός κρίκος της φιλοξενίας δοκιμάστηκε έντονα τον τελευταίο καιρό με την επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου ΙΣτ’. Η παρα-φιλολογία και οι αντιδράσεις που προηγήθηκαν της επίσκεψης, απέδειξε ότι ούτε καλοί Έλληνες είμαστε, ούτε καλοί χριστιανοί, αλλά ούτε και σωστοί άνθρωποι.
Μέσα σε αυτό το σχιζοφρενικό τοπίο, την κατάσταση σώζει μια εξαιρετική έκθεση που οργάνωσε με το Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ, ο ΚΟΤ και η Ιταλική πρεσβεία με αφορμή την επίσκεψη του επικεφαλής της δυτικής Εκκλησίας.
Τίτλος της «Κύπρος και Ιταλία στην εποχή του ΒυζαντίουΙστορικές και καλλιτεχνικές μαρτυρίες της Λατινοκρατίας στην Κύπρο (1191-1571)».
Στην έκθεση την οποία επιμελήθηκε ο διευθυντής του Βυζαντινού μουσείου Ιωάννης Ηλιάδης, παρουσιάζονται οι τεχνοτροπικές και οι εικονογραφικές συγκλίσεις της βυζαντινής τέχνης της Κύπρου με τη μεσαιωνική τέχνη της δύσης μέχρι την Αναγέννηση.
Στην Κύπρο της Λατινοκρατίας δύο διαφορετικοί κόσμοι, το Βυζάντιο και η Δύση, έζησαν μαζί και ο πολιτιστικός συγκρητισμός που αναπόφευκτα επήλθε, είναι κομμάτι του πλούτου που παρουσιάζει σήμερα ο τόπος μας και τον κάνει να ξεχωρίζει.
Αυτή είναι η ιστορία μας και αυτή οφείλουμε να διαφυλάξουμε, να αποδεχτούμε και να προβάλουμε. Άλλωστε, η Ιστορία αφορά την προβληματική των σχέσεών μας με το παρελθόν, περιλαμβανομένης της συγκρότησης της ιστορικής συνείδησης και της συλλογικής μνήμης, η οποία θα μπορέσει να συμβάλει στη διαμόρφωση του μέλλοντος.
 
O ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ, Κυριακή 6 Ιουνίου 2010, σελ. 42